Τέλος καλό, όλα καλά με την απαγωγή της 27χρονης

Τέλος πήρε το θρίλερ της απαγωγής μίας 27χρονης φοιτήτριας, υπόθεση που δεν είχε δει το φως της δημοσιότητας, λόγω των κρίσιμων διαπραγματεύσεων των απαγωγέων με την οικογένεια του θύματος και την ελληνική αστυνομία.

Όλα ξεκίνησαν την περασμένη Παρασκευή 31 Οκτωβρίου, όταν η νεαρή κοπέλα που σπουδάζει στην Αθήνα, έπεσε θύμα απαγωγής βραδινές ώρες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η νεαρή κοπέλα εκτός από φοιτήτρια εργάζεται και σε νυχτερινό κέντρο. Κατά την διαδρομή προς την εργασία της έγινε και η απαγωγή.

Η 27χρονη κοπέλα είναι ανιψιά του ισχυρού άντρα της ποδοσφαιρικής ομάδας του Αστέρα Τρίπολης, κ. Καϋμενάκη και συγκεκριμένα, κόρη της αδελφής του.

Μετά απο διαπραγματεύσεις με τους απαγωγείς, η οικογένεια τελικά αποφάσισε να δώσει τα λύτρα. Από την πρώτη στιγμή τις διαπραγματεύσεις τις έκανε ο πατέρας της κοπέλας, καθοδηγούμενος πάντα από τους ειδικούς διαπραγματευτές της Ελληνικής Αστυνομίας.

Οι πληροφορίες αναφέρουν πως οι απαγωγείς αρχικά ζήτησαν 10 εκατομμύρια ευρώ, αλλά μετά από διαπραγματεύσεις κατέληξαν τελικά στο ποσό των 82.500 ευρώ.

Σύμφωνα με πληροφορίες,  το ραντεβού για την καταβολή των λύτρων κλείστηκε σε σημείο του Ολυμπιακού Σταδίου στο Μαρούσι και εκεί η οικογένεια άφησε τον σάκο με τα χρήματα.

Τελικά η νεαρή κοπέλα απελευθερώθηκε μόλις σήμερα το πρωί σε περιοχή στην Άνω Κυψέλη. Από το σημείο την παρέλαβαν οι γονείς της και ήταν υγιής. Όλη τη διάρκεια της απαγωγής, το κινητό της κοπέλας άνοιξε μόνο μία φορά, προκειμένου να βεβαιωθεί η μητέρα της πως είναι καλά στην υγεία της.

Πάντως, το γεγονός πως οι απαγωγείς τις 27χρονης φοιτήτριας, επικοινωνούσαν με τους γονείς της με σημειώματα τα οποία μάλιστα έγραφε η ίδια – παράλληλα αποτελούσαν και μια απόδειξη ότι είναι καλά στην υγεία της – είναι μια πρακτική που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ κατά το παρελθόν στην Ελλάδα.

Αυτό το κατά τα άλλα ευρηματικό κόλπο των απαγωγέων μείωσε τις τηλεφωνικές επαφές που ήταν αναγκασμένοι να κάνουν με τους γονείς της 27χρονης, και κατά συνέπεια μείωσαν και τον κίνδυνο εντοπισμού τους από τις Αρχές Ασφαλείας.

«Πρόκειται για μια πρακτική που άρχισε να χρησιμοποιείται στης βόρειες χώρες τις Ευρώπης τα τελευταία χρόνια, και αφορούσε στης απαγωγές μελλών αστικών οικογενειών που είχαν μια καλή οικονομική επιφάνεια. Δεν ήταν εκατομμυριούχοι, αλλά μπορούσαν να πληρώσουν ένα καλό ποσό για να ξαναπάρουν αγκαλιά το παιδί τους», λέει με νόημα στο «Newsit» αστυνομικός της ΕΛ.ΑΣ οποίος έχει γνώση των ερευνών για την απαγωγή της 27χρονης φοιτήτριας.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Newsit, οι αστυνομικοί «βλέπουν» στο στήσιμο της απαγωγής μια δόση ερασιτεχνισμού, αλλά από την άλλη πλευρά διακρίνουν και μια «νότα» επαγγελματισμού των δραστών, οι οποίοι φρόντισαν τουλάχιστον μέχρι στιγμής να καλύψουν με το καλύτερο τρόπο τα νώτα τους.

Μάλιστα και σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες οι δράστες τις απαγωγής, φρόντισαν να δώσουν ακόμα και καινούργια ρούχα στην 27χρονη κοπέλα, προκειμένου να εξαφανίσουν τα ρούχα που φορούσε κατά την διάρκεια τις ομηρείας της ώστε να μην ανιχνευτούν επάνω τους από τα ειδικά μηχανήματα των εργαστηριών της ΕΛ.ΑΣ, αποτυπώματα δικά τους η ακόμα και γενετικό τους υλικό. Και αυτή η κίνηση δείχνει έναν επαγγελματισμό από την πλευρά των απαγωγέων.

Από την άλλη πλευρά το γεγονός πως η πληροφόρηση που είχαν όσον αφορά στην οικονομική επιφάνεια της οικογένειας τις απαχθείσας, αλλά και το γεγονός πως άρπαξαν την κοπέλα σε ένα δρόμο της Κυψέλης που ανά πάσα στιγμή θα μπορούσαν να γίνουν αντιληπτοί από περιπολίες τις ομάδας ΔΙΑΣ – είναι συχνές στο σημείο αυτό — δείχνει εκτός από άγνοια κινδύνου, κενά στο στήσιμο της επιχείρησης.

Χθες το απόγευμα, η 27χρονη φοιτήτρια κατέθετε επί ώρες στα γραφεία τις Ασφάλειας ώστε να φωτίσει, όσο αυτό είναι δυνατόν, άγνωστες πτυχές της απαγωγής της που μπορεί να αποτελέσουν όπλα στην «φαρέτρα» των Αξιωματικών της Ασφάλειας που έχουν αναλάβει τις έρευνες για την εξιχνίαση τις υπόθεσης.

Οι πληροφορίες λένε πως η κοπέλα δεν έδωσε πολλά στοιχεία στους αστυνομικούς, εκτός από τα αμυδρά χαρακτηριστικά σωματοδομής ενός κουκουλοφόρου που ήρθε την πρώτη στιγμή της απαγωγής σε επαφή μαζί της ώστε να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση με τα τρία συνολικά σημειώματα που άφησαν σε διαφορά σημεία τις Αττικής, για την οικογένεια της απαχθείσας.

Αυτό τον άνδρα τον περιέγραψε ως νεαρό Ελληνικής καταγωγής και ακούγοντας την φωνή του στις λίγες καταγεγραμμένες συνομιλίες που είχαν οι απαγωγείς με τους γονείς της, διαβεβαίωσε πως πρόκειται για την ίδια φωνή που άκουσε λίγες φορές κατά την διάρκεια τις ομηρείας.

Θεοδόσης Πάνου