«Ήρεμα νερά» στο Αιγαίο και ανοιχτός δρόμος για επικοινωνία

Τα δυο νέα ραντεβού Μητσοτάκη - Ερντογάν

Τα χαμόγελα περίσσευαν χθες στο Μέγαρο Μαξίμου τόσο κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ταγίπ Ερντογάν όσο και μετά. Όλα πήγαν σύμφωνα με τον σχεδιασμό και τίποτα δεν θύμιζε το 2017. Στο ραντεβού των δυο ηγετών αποτυπώθηκε η βούληση των δυο χωρών να αφήσουν πίσω τα «ταραγμένα νερά» του πρόσφατου παρελθόντος.

Δεν είναι πως ο Τούρκος πρόεδρος αποφάσισε να πάει πίσω από τις κόκκινες γραμμές του, όμως με προσεκτικές δηλώσεις έδειξε πως επιθυμεί να υπάρξει μια αλλαγή τουλάχιστον στη ρητορική. Αυτό που μπορεί να πει κανείς με σιγουριά είναι πως για το επόμενο διάστημα στρώθηκε ένας ανοιχτός δρόμος για πιο ειλικρινή επικοινωνία και για συνέχιση των συνομιλιών. Και μόνο το γεγονός πως Κυριάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν ανανέωσαν το ραντεβού τους για την Άνοιξη είναι εξαιρετικά σημαντικό.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός θα επισκεφθεί την Άγκυρα, ενώ τον Φεβρουάριο θα συνεχιστούν ο πολιτικός διάλογος, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και οι συζητήσεις για τη θετική ατζέντα. Το καλοκαίρι οι δυο ηγέτες θα συναντηθούν στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον.  

Ιστορική χαρακτηρίζεται η υπογραφή της «Διακήρυξης των Αθηνών» περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας που επισφράγισε την αμοιβαία διάθεση για τη διατήρηση του θετικού κλίματος που έχει καλλιεργηθεί από πέρυσι τον Φεβρουάριο. Πρόκειται για μια δήλωση προθέσεων στην οποία και η Τουρκία δεσμεύεται για τους στόχους του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και της φιλικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών.

Υπάρχει αναφορά στη δέσμευση αποφυγής δηλώσεων και ενεργειών που υπονομεύουν το πνεύμα και το γράμμα της Διακήρυξης ή θέτουν σε κίνδυνο την ειρήνη στην περιοχή. Δεν είναι κάτι δεσμευτικό, είναι, όμως δηλωτικό του νέου περιβάλλοντος στο οποίο έχουν εισέλθει οι δυο πλευρές. Εδώ και 10 μήνες έχουν σχεδόν μηδενιστεί οι παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου. Είναι ίσως το πιο ενδεικτικό στοιχείο που αποτελεί βαρόμετρο για τις σχέσεις Αθήνας – Άγκυρας.

Είναι γεγονός πως ο φονικός σεισμός στην Αττάλεια και οι μεγάλες οικονομικές υποχρεώσεις που έχει μπροστά του ο Ταγίπ Ερντογάν έχει δημιουργήσει άλλα δεδομένα. Παρ΄όλα αυτά από την ελληνική κυβέρνηση κρατούν τα θετικά στοιχεία της χθεσινής επίσκεψης. Κυβερνητικές πηγές τονίζουν πως το κλίμα ήταν ανάλογα καλό και πίσω από τις κλειστές πόρτες κατά την διάρκεια τόσο της συνάντησης των δύο ηγετών.

Το ίδιο ισχύει και για το γεύμα που ακολούθησε. Υπεγράφησαν συνολικά 15 συμφωνίες και κοινές διακηρύξεις με επίκεντρο τις εμπορικές συναλλαγές, την ανταλλαγή φοιτητών, τις μεταφορές, την ενέργεια και τον τουρισμό. Πιο σημαντική ήταν η συμφωνία για το μεταναστευτικό με τις δύο χώρες να εγκαθιστούν 24ωρη επικοινωνία των αρχηγείων του Ελληνικού Λιμενικού και της Τουρκικής Ακτοφυλακής. Η ελληνική πλευρά μετά από διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. εξασφάλισε την χορήγηση επταήμερης βίζας για τους τούρκους πολίτες που επισκέπτονται 10 ελληνικά νησιά (Λήμνο, Λέσβο, Χίο, Ρόδο, Καστελόριζο, Σάμο, Λήμνο Λέρο, Κάλυμνο και Κω). Αυτό το γεγονός το υποδέχθηκαν με μεγάλο ενθουσιασμό οι κάτοικοι και στις δύο πλευρές του Αιγαίου.

Από τη συνάντηση και τις κοινές δηλώσεις αναδείχθηκαν και τα δύσκολα θέματα μεταξύ των δυο πλευρών. Τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη ο Τούρκος Πρόεδρος την αποκάλεσε εκ νέου τουρκική, κάτι για το οποίο ήταν προετοιμασμένη η ελληνική διπλωματία. Με απολύτως ξεκάθαρο τρόπο έλαβε την απάντηση του πρωθυπουργού: «Ο προσδιορισμός της ιδιότητας της μειονότητας ως μουσουλμανικής καθορίζεται από την ίδια τη Συνθήκη της Λωζάννης. Χρέος δικό μας είναι αυτό το κλίμα της αρμονικής συνύπαρξης – είναι χρέος της ελληνικής έννομης τάξης – να το διασφαλίσουμε και να το ενισχύσουμε».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισε να κάνει ξεκάθαρες τις ελληνικές κόκκινες γραμμές δηλώνοντας ότι η μόνη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών που αναγνωρίζει η Αθήνα και μπορεί να επιλυθεί με την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αφορά τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Αναφέρθηκε, επίσης, στο Κυπριακό λέγοντας ότι για την Ελλάδα «δεν υπάρχει άλλη λύση πέραν των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ», συμπληρώνοντας πως θα πρέπει να επανεκκινήσει ο διάλογος από εκεί που διακόπηκε το 2017.

Πηγή: skai.gr | Αντώνης Αντζολέτος