Ομιλία Αραχωβίτη στη Συνεδρίαση με τον Επίτροπο Γεωργίας, Phil Hogan (video)

ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΡΑΧΩΒΙΤΗΣ (Εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ):
Αξιότιμε κύριε Επίτροπε, σας καλωσορίζουμε στη χώρα μας και στη Βουλή των Ελλήνων. Η παρουσία σας στη σημερινή συζήτηση αποτελεί για εμάς μια πολύ καλή ευκαιρία ν’ ανατλλάξουμε απόψεις για την πορεία της κοινής μας αγροτικής πολιτικής.
Η ανάπτυξη του αγροτικοδιατροφικού τομέα είναι για εμάς ένας από τους πυλώνες για το ξεπέρασμα της κρίσης στην Ελλάδα και για αυτό προσβλέπουμε στη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σε εσάς προσωπικά.
Η σημασία της σημερινής συζήτησης είναι ακόμη μεγαλύτερη, αν αναλογιστεί κανείς ότι γίνεται λίγους μήνες μετά την απόφαση της Βρετανίας για έξοδο από την Ε.Ε. και τις συζητήσεις που ήδη έχουν ξεκινήσει για τη ριζική αναμόρφωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Ασφαλώς, είναι επιβεβλημένο να αυξηθούν οι πόροι της ΚΑΠ, έτσι ώστε, πρώτον, να διασφαλίζει αποτελεσματικότερα τη συνέχιση της παραγωγής ποιοτικών προϊόντων, δεύτερον, να στηρίζει την απασχόληση και να ενισχύει το εισόδημα και, τρίτον, να διατηρεί και να βελτιώνει το φυσικό περιβάλλον και τη ζωή στην ύπαιθρο. Πιστεύουμε ότι η αλλαγή του προσανατολισμού της ΚΑΠ, ώστε να συνδεθεί ξανά με την παραγωγή, είναι ακρογωνιαίος λίθος για την ανάπτυξη της χώρας μας, αλλά και της Ευρώπης, ενάντια στην επέκταση των γενετικά τροποποιημένων φυτών. Είναι αναγκαία λοιπόν η γενικότερη αναθεώρηση των διεθνών συμφωνιών και κυρίως αυτής με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
Ο σχεδιασμός της κοινής αγροτικής πολιτικής θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη δύο σημαντικές παραμέτρους, πρώτον, τη μέριμνα για την προστασία του αγροτικού εισοδήματος από κερδοσκοπικά παιχνίδια και υψηλές διακυμάνσεις των τιμών στα αγροτικά προϊόντα και, δεύτερον, προστασία των παραγωγών από τις πολλές και ολοένα συχνότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Τα δύο παραπάνω μπορούν να επιτευχθούν με τη δημιουργία κοινού αλληλέγγυου ταμείου για την αντιμετώπισή τους αποτελεσματικά και έγκαιρα.
Στο σχεδιασμό της κοινής αγροτικής πολιτικής είναι αναγκαίο επίσης να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για τους όρους χρηματοδότησης της αγροτικής ανάπτυξης για τις χώρες που βρίσκονται σε καθεστώς δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να επιτυγχάνεται αποτελεσματική και ταχεία απορρόφηση. Ειδικότερα, ενόψει της αναθεώρησης των κανονισμών της κοινής γεωργικής πολιτικής, έχουμε διαπιστώσει ότι η στήριξη που δίνεται στους κατοίκους στις ορεινές, νησιωτικές και με φυσικά μειονεκτήματα περιοχές δεν είναι επαρκής. Απαιτείται να αντιμετωπιστεί, γιατί συντρέχουν κοινωνικοί λόγοι διατήρησης του πληθυσμού και της κοινωνικής δομής στην ύπαιθρο.
Επιτακτική είναι επίσης η ανάγκη να εξεταστούν τα σημεία εκείνα που θα δίνουν περισσότερους βαθμούς ελευθερίας στα κράτη – μέλη, ώστε να μπορούν να προσαρμόζονται στις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας. Ιδιαίτερα, όμως, στην Ελλάδα, με τα έντονα μορφολογικά μειονεκτήματα, αλλά και το μικρό και πολυτεμαχισμένο κλήρο, η κατεύθυνση πρέπει να είναι προς την προστασία των μικρομεσαίων αγροτών. Άλλωστε, η αποτυχία της εφαρμογής κοινών κανόνων χωρίς δυνατότητα εξειδίκευσης και προσαρμογής είναι, μαζί με τη γραφειοκρατία, αυτή που σε μεγάλο βαθμό οδηγεί σε αστοχίες που, τελικά, μεταφράζονται σε ανακτήσεις και καταλογισμούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των παραπάνω είναι οι καθυστερήσεις πληρωμών των γεωργοπεριβαλλοντικών μέτρων στη χώρα μας.
Ένα ακόμη σημείο αλλαγής συνδέεται με την τροποποίηση του Κανονισμού 1307/2013, άρθρο 6, παράγραφος 3, ώστε να επιλυθεί το τεράστιο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με την απώλεια της αξίας δικαιωμάτων όσων γεωργών κατά την περίοδο 2009-2014 κατείχαν μισθωμένα δικαιώματα άμεσων ενισχύσεων και κυρίως νέων γεωργών. Οι γεωργοί είτε μπήκαν με άνισους όρους, είτε σε κάποιες περιπτώσεις έχασαν τα όποια δικαιώματα κατείχαν.
Όσον αφορά στην κοινή μας πολιτική σαν Ε.Ε, θεωρώ ότι η μέγιστη προστασία στα προϊόντα που παρέχεται εντός των συνόρων της Ε.Ε. η ίδια προστασία πρέπει να εξασφαλίζεται και στις διακρατικές συμφωνίες. Αναφέρομαι στις Συμφωνίες με τον Καναδά, την Νότιο Αφρική και τις ΗΠΑ σχετικά με την προστασία της φέτας, αλλά και την προστασία άλλων παραδοσιακών προϊόντων, όπως κρασί, τσίπουρο και άλλων με πολύ μεγάλη σημασία για την Ε.Ε. Η ελληνική πλευρά και ο έλληνας Υπουργός έχουν θέσει επανειλημμένα το θέμα αυτό με έντονο τρόπο.